- διαβάθρα
- η мор. трап, сходни
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
διαβάθρα — διαβάθρᾱ , διαβάθρα ladder fem nom/voc/acc dual διαβάθρᾱ , διαβάθρα ladder fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαβάθρᾳ — διαβάθραι , διαβάθρα ladder fem nom/voc pl διαβάθρᾱͅ , διαβάθρα ladder fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαβάθρα — η (Α διαβάθρα) σανίδα ή σκάλα επικοινωνίας πλοίου με την ξηρά … Dictionary of Greek
διαβάθρα — η σανίδα ή πρόχειρη σκάλα που ενώνει το πλοίο με την ξηρά … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
διάβαθρα — διάβαθρον slipper neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαβάθρας — διαβάθρᾱς , διαβάθρα ladder fem acc pl διαβάθρᾱς , διαβάθρα ladder fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαβάθραι — διαβάθρα ladder fem nom/voc pl διαβάθρᾱͅ , διαβάθρα ladder fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαβάθραν — διαβάθρᾱν , διαβάθρα ladder fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαβαθρῶν — διαβάθρα ladder fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαβάθραις — διαβάθρα ladder fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαβάθρῃ — διαβάθρα ladder fem dat sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)